Κυριακή 11 Μαΐου 2008

ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΙΑΤΡΩΝ (Α. Ρ. Σ. Ι.)

Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,
oι φετεινές εκλογές στους Ιατρικούς Συλλόγους (Αθήνα και Πειραιάς 1-2 Ιούνη) πραγματοποιούνται σε μια περίοδο που ο χώρος της υγείας βρίσκεται σε αναβρασμό.

Α. Στα δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία, η πλειοψηφία των γιατρών εργάζεται σε απαράδεκτες συνθήκες, με ένα εφημεριακό καθεστώς δουλείας, με τεράστιες καθυστερήσεις ακόμα και στην πληρωμή δεδουλευμένων. Στα υποκαταστήματα του ΙΚΑ, τα «διαγνωστικάδικα» και τις μικρές ιδιωτικές κλινικές βιώνουμε καθημερινά τη ζούγκλα των «ελαστικών σχέσεων εργασίας»: ωρομίσθιοι με συμβάσεις μερικής απασχόλησης, ανασφάλιστη εργασία, χαμηλές αμοιβές. Η 18ωρη εφημερία σε ιδιωτική κλινική αμείβεται λιγότερο από 8ωρη εργασία σε καφετέρια. Για τους νέους γιατρούς και τους ειδικευόμενους η κατάσταση είναι δραματική. Η κυρίαρχη πολιτική και οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν το νέο άνθρωπο, τη περίφημη γενιά των 600 ευρώ, σαν περιττό βάρος. Αμέσως μετά την απόκτηση του πτυχίου περνάμε ορισμένα από τα πιο δημιουργικά και παραγωγικά χρόνια της ζωής άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι σε διάφορα κέντρα αδυνατίσματος, και αμφιβόλου ποιότητας ιδιωτικές κλινικές. Και όταν έρχεται η ώρα ν’ αρχίσει η ειδικότητα γινόμαστε ταυτόχρονα γιατροί, νοσηλευτές, τραυματιοφορείς, γραμματείς, κοινωνικοί λειτουργοί, κλητήρες, και ότι άλλο ήθελε προκύψει... Δουλεύουμε κατά μέσο όρο 70 με 80 ώρες τη βδομάδα αλλά μπορεί και πάνω από … 110, αν το επιβάλλουν οι ανάγκες τις υπηρεσίας, ενώ παράλληλα στον «ελεύθερο χρόνο» πρέπει να επιμορφωνόμαστε! Μετά το πέρας της εξουθενωτικής αυτής περιόδου, που κατ’ ευφημισμόν λέγεται εκπαίδευση, η προοπτική ένταξης στο ΕΣΥ είναι σχεδόν ανύπαρκτη και οι γενικότερες προοπτικές δυσοίωνες. Σ΄ αυτήν ακριβώς την κατάσταση ο νέος γιατρός υποχρεώνεται να αποδέχεται οτιδήποτε, προκειμένου να εξασφαλίσει μια εργασία στο μέλλον: Το συνεδριακό τουρισμό με σπόνσορα τις φαρμακευτικές εταιρείες, το κυνήγι των μορίων πιστοποίησης, το γλύψιμο στην «ιεραρχία» για να φτιάξει curriculum. Μεταναστεύει τέλος, προκειμένου να εξασφαλίσει την περιβόητη προϋπηρεσία εξωτερικού, και παρ’ όλα αυτά ξέρει πως θα υποχρεωθεί να παρακαλάει κάθε λογής «τύπους» (πολιτικούς, πανεπιστημιακούς, διοικητικούς, εκκλησία, και ό,τι άλλο), προκειμένου να είναι αυτός που στο τέλος θα εξασφαλίσει το πολύ-πολύ μια θεσούλα επικουρικού.
Οι μαζικές προσλήψεις που κατά καιρούς εξαγγέλει ο υπουργός υγείας είναι πυροτεχνήματα, αφού δεν καλύπτονται από κανένα οικονομικό κονδύλι, με αποτέλεσμα οι ουρές ασθενών και άνεργων ιατρών διαρκώς να αυξάνονται. Την ταφόπλακα του εργασιακού μεσαίωνα έρχεται να βάλει το νέο αντι-ασφαλιστικό νομοσχέδιο Πετραλιά. Σε συνέχεια των προηγούμενων νόμων Σιούφα και Ρέππα οι νέοι γιατροί στα χαμηλά κλιμάκια του ΤΣΑΥ θα παίρνουν σύνταξη 480 ευρώ, ενώ, έχουν αυξηθεί γι’ αυτούς τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 37 στα 39 έτη. Με την ενοποίηση των ταμείων θα λεηλατηθούν τα αποθεματικά τους, για να στηρίξουν την εισφοροδιαφυγή των κλινικαρχών και τη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Η πίεση στο ύψος των συντάξεων, των εισφορών και των ορίων ηλικίας θα γίνει ακόμα μεγαλύτερη. Οι παροχές ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης υποβαθμίζονται. Σε όσους έχουν λιγότερα από 100 ένσημα το χρόνο (πχ πολλοί ιατροί σε ΙΕΚ ανήκουν σε αυτή την κατηγορία) η κυβέρνηση καταργεί το δικαίωμα για δωρεάν ιατροφαρμακευτική κάλυψη.

Β. Η «χρυσή εποχή» για τους γιατρούς του ιδιωτικού τομέα είναι πλέον παρελθόν. Οι ασφαλιστικές εταιρείες σε συνεργασία με τους κλινικάρχες συμπιέζουν διαρκώς τις ιατρικές αμοιβές, οι συνθήκες εργασίας χειροτερεύουν και ο αυταρχισμός των εργοδοτών γίνεται ανεξέλεγκτος. Σε κάθε ειδικότητα, έχει διαμορφωθεί, μια ολιγάριθμη κλειστή ομάδα μεγαλογιατρών με τεράστια πελατεία, δημόσιες σχέσεις, κυκλώματα συναλλαγής, που εκμεταλλεύονται ασύστολα τους ιατρούς-βοηθούς τους. Από την άλλη μεριά οι αυτοαπασχολούμενοι γιατροί γίνονται οι «αδύνατοι κρίκοι» στη σύγχρονη βιομηχανία της υγείας. Με το δημόσιο σύστημα Πρωτοβάθμιας Υγείας σχεδόν ανύπαρκτο, την εξω-νοσοκομειακή περίθαλψη, (ιδίως οι κερδοφόρες υπηρεσίες υψηλής τεχνολογίας) να εκχωρείται στους μεγάλους ιδιωτικούς ομίλους, το βύσμα και η συναλλαγή για πρόσληψη στο ΙΚΑ να κυριαρχεί, το μικρό ιατρείο να συμπιέζεται από τα πανάκριβα νοίκια και την ανάγκη όλο και πιο σύγχρονου εξοπλισμού.


Γ. Τα χρήματα για τη δημόσια υγεία διασπαθίζονται σκανδαλωδώς.
Η μη χρηματοδότηση του ΕΣΥ είναι πολιτική επιλογή της ΝΔ, όπως ήταν και του ΠΑΣΟΚ.
Τεράστια ποσά των ασφαλιστικών ταμείων έγιναν δανεικά και αγύριστα. Χρήματα υπάρχουν για να σπαταλιούνται σε υπερτιμολογήσεις με διαπλεκόμενες επιχειρήσεις και προμηθευτές, για πολεμικές δαπάνες, για διαγραφή χρεών και φόρων επιχειρήσεων.
Από την άλλη μεριά οι ιδιωτικές δαπάνες Υγείας αυξάνονται συνεχώς, έχουν πλέον ξεπεράσει το 50 %, των συνολικών δαπανών. Με τις Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) γιγάντιοι Δημόσιοι Πόροι διοχετεύονται στον Ιδιωτικό Τομέα που συστηματικά παρασιτεί πάνω στο ελληνικό δημόσιο, διευρύνοντας συνεχώς την κερδοφορία του. Με το πρόσφατο σχέδιο νόμου για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ο ασφαλισμένος θα πληρώνει μέσω μιας πιστωτικής κάρτας!!! για την εγγραφή στη λίστα του οικογενειακού γιατρού, και την κάθε ιατρική υπηρεσία που δεν θα έχει την προέγκριση του. Προβλέπει επίσης την καταβολή χρημάτων όλων των ανασφάλιστων για τις αντίστοιχες υγειονομικές υπηρεσίες και καταργεί στην πράξη την δωρεάν πρόσβαση ακόμα και στην πρωτοβάθμια περίθαλψη της μεγάλης αυτής μερίδας των φτωχών που τουλάχιστον μέχρι τώρα δεν καλούνταν να πληρώσουν τις υπηρεσίες των κέντρων υγείας και των περιφερικών ιατρείων. Επίσης, περιορίζει ακόμα περισσότερο το δικαίωμα των γιατρών να συμβάλλονται με τα ασφαλιστικό ταμεία, αποθεώνοντας το κομματικό ρουσφέτι.
Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε την παραοικονομία στην Υγεία. Έχει ξεπεράσει κατά πολύ το 2 % του ΑΕΠ και πάνω από το 30% του συνόλου των δαπανών υγείας, με την ανοχή ή πιο σωστά την θεσμοποίηση και ουσιαστική υπόθαλψή της από το σύμπλεγμα κράτους-επιχειρηματιών-μεγαλογιατρών, με συνέπεια την ασύδοτη καταλήστευση του Δημόσιου και των Ασφαλιστικών Ταμείων. Μόνον από την «καθοδηγούμενη» συνταγογραφία και τις υπερτιμολογήσεις ιατρικών υλικών θα μπορούσαν άμεσα να εξοικονομηθούν 1 με 1,5 δις ευρώ ετησίως. Αυτό το ποσό, αν δεν πήγαινε στις τσέπες των εταιρειών, των επιτήδειων «συναδέλφων» και των «αρμοδίων υπηρεσιακών παραγόντων», θα μπορούσε να στηρίξει το Δημόσιο σύστημα υγείας και να αμείβει αξιοπρεπώς τους εργαζόμενους σε αυτό.
Η πολιτική υγείας στη χώρα μας έχει εκχωρηθεί στους Βγενόπουλους, Αποστολόπουλους, Γιαννακόπουλους, Λιακουνάκους και σία.
Για το νεοφιλελευθερισμό κάθε κρατική δαπάνη για παιδεία, υγεία, πολιτισμό θεωρείται «επιδότηση» που στρεβλώνει τον υγιή ανταγωνισμό στην ελεύθερη αγορά … και θα πρέπει βαθμιαία να απαλειφτεί. Τις δημόσιες δαπάνες τις θεωρούν «στρέβλωση» της αγοράς, και γι’ αυτό επιδιώκεται η μείωσή τους, ο περιορισμός του δημοσίου ελλείμματος, με την άμεση εκχώρηση των δημόσιων επιχειρήσεων αλλά και του στενού, «κοινωνικού» κράτους στο κεφάλαιο.
Στην πράξη επιβάλλεται ένα καθεστώς όπου οι ζημιές χρεώνονται στο δημόσιο και η κερδοφορία στο ιδιωτικό. Όπως λέει ο Τσόμσκι: « Το κεφάλαιο θέλει κρατικό σοσιαλισμό για τον εαυτό του και ελεύθερη οικονομία για όλους τους άλλους».

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΕΙΝΑΙ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ!

Στη χώρα μας και διεθνώς συσσωρεύονται πολύ σοβαρές αλλαγές, όπως η διαφαινόμενη κρίση των καπιταλιστικών οικονομιών, που έχει ξεκινήσει στις ΗΠΑ και μεταφέρεται άμεσα σε διεθνές επίπεδο μέσω των χρηματιστηρίων και των τραπεζών. Η κερδοσκοπία στα τρόφιμα και τα καύσιμα τινάζει στα ύψη τις τιμές προκαλώντας τεράστια όξυνση της φτώχειας σε όλο τον κόσμο.
Ως απάντηση στην κρίση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και την άνοδο των αντιστάσεων, το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του προωθούν νέες αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σε βάρος των εργαζομένων με στόχο την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και τη θωράκιση της πολιτικής κυριαρχίας τους. Προωθούν την εξάρθρωση της σταθερής εργασίας, την ουσιαστική κατάργηση των δημόσιων συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης, τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις των κοινωνικών υποδομών, τη ληστρική εκμετάλλευση-καταστροφή της φύσης, την εμπορευματοποίηση ακόμα και του βιολογικού χώρου (γονίδια), την αναβάθμιση της πολιτικής-πολεμικής βίας πλάι στην κυρίαρχη οικονομική κ.ά.
Το καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί πλέον να δημιουργήσει συνθήκες πλήρους απασχόλησης, και σχετικά σταθερής οικονομικής ανάπτυξης, ούτε να δημιουργήσει ένας κράτος πρόνοιας και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, όπως την περίοδο 1945-1975. Γι’ αυτό διαλύει ό,τι έχει απομείνει από τα δημόσια εθνικά συστήματα υγείας και παραδίνει πλήρως την περίθαλψη στην μεγάλη ιδιωτική κερδοσκοπία. Όποιος δεν έχει να πληρώσει πεθαίνει. Η μεγάλη πλειοψηφία των υγειονομικών λειτουργών δουλεύει σε άθλιες συνθήκες δουλείας προς όφελος των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και μιας ολιγάριθμης αφρόκρεμας «συναδέλφων». Αυτή η σκληρή πραγματικότητα είναι η προμετωπίδα της συντηρητικής πολιτικής σε όλο τον κόσμο.
Στη χώρα μας η κυβέρνηση της ΝΔ είναι πιο αδύναμη, σε σχέση με την πρώτη τετραετία της, όχι κυρίως λόγω της κοινοβουλευτικής καχεξίας, αλλά γιατί έχει εξασθενήσει η δυναμική της πολιτικής της, σκοντάφτει στις λαϊκές αντιστάσεις. Στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη σημερινή δύσκολη θέση γίνεται πιο επικίνδυνη. Προωθεί ένα επιθετικό πρόγραμμα αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει:
-Την άγρια λιτότητα, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, την προώθηση της αντιασφαλιστικής επίθεσης, το νέο γύρο ιδιωτικοποιήσεων, ενώ εντείνονται οι πιέσεις για απελευθέρωση των απολύσεων.
- Στα πλαίσια αυτά κλιμακώνει την επίθεσή της στο σύστημα υγείας και τους εργαζόμενους γιατρούς:
1. Με την οικονομική ασφυξία και απαξίωση του ΕΣΥ, του ΙΚΑ και γενικά των δημόσιων υποδομών.
2. Την προκλητική ενίσχυση των ιδιωτικών ομίλων με την απευθείας χρηματοδότησή τους από το κράτος
και τα ασφαλιστικά ταμεία.
3. Τη γενίκευση των ελαστικών μορφών απασχόλησης και υπερεκμετάλλευσης των υγειονομικών για τη
μείωση του «λειτουργικού κόστους» και το τσάκισμα του νοσοκομειακού κινήματος.

Το ΠΑΣΟΚ έχει κρίση πολιτικής, στρατηγικής και φυσιογνωμίας. Όχι μόνο δεν καταφέρνει να κερδίσει πολιτικά από τη φθορά της κυβέρνησης αλλά, παρά τη ρητορική περί «αριστερής στροφής», βρίσκεται αντιμέτωπο με τη διαρκή εξασθένιση των παραδοσιακών του δεσμών με τα εργατικά-λαϊκά στρώματα. Η 20ετής πολιτική του, η σημερινή του συμπόρευση με όλα τις βασικές επιλογές της ΝΔ (ιδιωτικοποιήσεις, λιτότητα, άρθρο 16, «εθνικά θέματα», αλλά και η στάση της ΠΑΣΚΕ στους πρόσφατους αγώνες και την προδοτική συμφωνία της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. από τη ΓΣΕΕ), η αφομοίωσή του στους μηχανισμούς του κράτους και της Ε.Ε., είναι τα βαθύτερα αίτια της κρίσης του.
Το ακροδεξιό ΛΑΟΣ δημαγωγεί σαν δήθεν αντικαθεστωτικό κόμμα, ενώ πριμοδοτείται ανοιχτά από τα ΜΜΕ ως δεκανίκι της κυβέρνησης της ΝΔ και χρήσιμη εφεδρεία αντιδραστικής εθνικιστικής πίεσης.

Σε αυτές τις συνθήκες αναβαθμίζονται τα ερωτήματα και οι αναζητήσεις για το χαρακτήρα και το ρόλο της Αριστεράς: Αριστερά της διαχείρισης, της κυβερνητικής συμμετοχής, της εναλλακτικής λύσης εντός του συστήματος ή Αριστερά της ανατροπής, των νικηφόρων αγώνων, της πλήρους ανεξαρτησίας και αντιπαράθεσης σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, της αντικαπιταλιστικής διεξόδου; Δυστυχώς η κοινοβουλευτική αριστερά (ΚΚΕ και ΣΥΝ) κάθε άλλο παρά θετικά δείγματα γραφής δείχνει, παρά τα «μεγάλα λόγια» και τα τηλεοπτικά σόου, όπως έχουν καταλάβει μέσα από την εμπειρία τους όλοι οι εργαζόμενοι που κινητοποιούνται για τα δικαιώματά τους. Συγκεκριμένα, στο δικό μας χώρο :
- H ΔΗΠΑΚ (ΚΚΕ) εξακολουθεί να συμπροεδρεύει με την κυβερνητική ΔΗΚΝΙ στο ΔΣ της ΕΙΝΑΠ. Εδώ και ένα χρόνο σχεδόν κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να μην ψηφίζεται στην ΕΙΝΑΠ και την ΟΕΝΓΕ καμία απόφαση καταδίκης της πολιτικής και των προτάσεων Αβραμόπουλου, με τη δικαιολογία «δεν ψηφίζουμε ποτέ μαζί με καμία άλλη παράταξη (!!!)». Αρνείται μέχρι τώρα να στηρίξει το Συντονιστικό Γενικών Συνελεύσεων των νοσοκομείων, και γενικά ο συνολικός ρόλος της ΔΗΠΑΚ στην ανάπτυξη του κινήματος των νοσοκομειακών γιατρών σήμερα κρίνεται αρνητικός, με την τακτική του ιδιότυπου «απομονωτισμού» και την άρνηση (στην πράξη) της αντικυβερνητικής δράσης με το πρόσχημα της απόλυτης «αντιδικομματικής – αντι ΕΟΚικής ιδεολογικής καθαρότητας».
- Η ΑΕΓ (ΣΥΝ) εξακολουθεί επίσης να συμπροεδρεύει με την ΔΗΚΝΙ στο ΔΣ της ΕΙΝΑΠ. Μάλιστα, σε όλες τις κρίσιμες συνεδριάσεις της ΕΙΝΑΠ για τοποθέτηση πάνω στην κυβερνητική πολιτική και τις προτάσεις Αβραμόπουλου ψήφιζε μαζί με τον ... Τσούκαλο, με εξαίρεση μόνο την τελευταία φορά κάτω από την πίεση των κινητοποιήσεων και με την παρουσία των εκπροσώπων των νοσοκομείων στη διαδικασία. Μέχρι πρόσφατα συμμετείχε κανονικότατα στον «διάλογο» - κοροϊδία της ΟΕΝΓΕ με το υπουργείο, μαζί με την ΠΑΣΚ και την ΔΗΚΝΙ. Εξακολουθεί ακόμα και τώρα να καλλιεργεί αυταπάτες «θεσμολαγνείας» όπως ότι αρκεί η εφαρμογή της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για να λυθεί το θέμα του ωραρίου κλπ.
Και οι δύο παρατάξεις δείχνουν προσκολλημένες στην «λατρεία» της σημερινής γραφειοκρατικής δομής του συνδικαλιστικού κινήματος, προδοκώντας την «αλλαγή των συσχετισμών» μέσα από τις σημερινές αποστεωμένες κοινοβουλευτικού τύπου εκλογικές διαδικασίες κάθε 2-3 χρόνια, και όχι μέσα από διαδικασίες βάσης, γενικές συνελεύσεις, επιτροπές αγώνα, συντονιστικά και νέες ζωντανές συλλογικότητες (όπως οι νοσοκομειακοί σύλλογοι ειδικευομένων και οι ενώσεις γιατρών στα μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία). Γι’ αυτό οι εκάστοτε τσακωμοί μεταξύ τους φαντάζουν σαν γραφικές και ανούσιες κοκορομαχίες στα μάτια των αγωνιζόμενων γιατρών, ειδικά των νεότερων.




ΚΑΤΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ!
Όμως, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια αναδείχνεται η δυνατότητα του εργατικού κινήματος, να ανακόψει, να ματαιώσει ακόμα και να σπάσει κάποιο πυλώνα της αντεργατικής επίθεσης. Η μεγάλη συμμετοχή στις πανεργατικές απεργίες, οι κλαδικοί και φοιτητικοί αγώνες αποτελούν τα ελπιδοφόρα στοιχεία μιας νέας άνοιξης των αγώνων. Οι αγωνιστικές τάσεις διαμαρτυρίας είναι, ωστόσο, ασταθείς. Εκφράζεται, κατά κύριο λόγο, προς μια «εύκολη» κοινοβουλευτική και συνδικαλιστική ανάθεση.

Ελπιδοφόρα κινητικότητα αναπτύσσεται και στους νοσοκομειακούς γιατρούς όλης της χώρας. Μαζικότατες νοσοκομειακές συνελεύσεις με συμμετοχή χιλιάδων γιατρών, ριζοσπαστικές αποφάσεις για αυξήσεις μισθών- μείωση ωραρίου και εφημεριών -προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών-ανθρώπινες συντάξεις και κατάργηση των αντιασφαλιστικών νόμων, απόρριψη των «προτάσεων» Αβραμόπουλου, διαχωρισμός και καταγγελία των «συναδέλφων» που θέλουν το ΕΣΥ ιδιωτικό τους μαγαζί. Υπέρβαση της συμβιβασμένης συνδικαλιστικής ηγεσίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ σε ΕΙΝΑΠ, ΟΕΝΓΕ και Ιατρικούς Συλλόγους και συντονισμός των νοσοκομειακών συνελεύσεων από τα κάτω (δημιουργία συντονιστικού νοσοκομειακών συνελεύσεων Αθήνας – Πειραιά, πανελλαδικός συντονισμός, επισχέσεις εργασίας και απεργίες). Στον ιδιωτικό τομέα έχουμε θετικά δείγματα γραφής σε σωματεία γιατρών που συγκρούονται με την εργοδοσία του χώρου (Ντυνάν, Υγεία κλπ).
Ωριμάζει σε όλο και περισσότερους συναδέλφους ότι το παρόν και το μέλλον που μας υπόσχεται
αυτή η πολιτική κυριολεκτικά δεν μας χωράει. Χωράει μόνο τους κλινικάρχες, τους ιδιοκτήτες
των διαγνωστικών κέντρων που φτιάχνουν περιουσίες από τη δική μας υπερεργασία και τους λίγους «συναδέλφους» υμέτερους-μεγαλοδιευθυντές-μεγαλοκαθηγητές που κερδοσκοπούν ασύστολα εκμεταλλευόμενοι τόσο τον ανθρώπινο πόνο όσο και την εργασία της πλειοψηφίας των γιατρών.

ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ!

Μπροστά σε αυτά τα αδιέξοδα ο Ιατρικός Σύλλογος Αθήνας και ο ΠΙΣ δεν κάνουν απολύτως τίποτα! Οι κυβερνητικές πλειοψηφίες τους έχουν μετατρέψει ανοικτά σε τοπικά παραρτήματα της ΝΔ. Με το ζόρι και ως αγγαρεία σύρθηκαν ακόμα και στις κινητοποιήσεις κατά της αντιασφαλιστικής μεταρρύθμισης με τους άλλους επιστημονικούς φορείς. Μάλιστα ο πρόεδρος του ΠΙΣ δεν δίστασε να εκθειάσει τις προθέσεις της κυβέρνησης. Τόσα χρόνια λειτουργούν ως κλειστό λόμπι που αναμασά ανοησίες για τον πληθωρισμό των γιατρών και την «ανάγκη» να τεθούν εξετάσεις για άδεια άσκησης επαγγέλματος στους αποφοίτους των ιατρικών σχολών. Σε όλα τα συλλογικά όργανα των γιατρών οι προβεβλημένοι εκπρόσωποι της ΔΗΚΝΙ ξεπουλάνε τους αγώνες των γιατρών (ΟΕΝΓΕ, ΕΙΝΑΠ, ΠΟΣΕΥΠΙΚΑ) γιατί έχουν σαν μοναδικό τους μέλημα να εξυπηρετήσουν την κυβερνητική πολιτική και να μας κρατήσουν σε αδράνεια. Σε ανοιχτή συνεργασία με το Υπουργείο και τον Αβραμόπουλο θέλουν να υπογράψουν μια «κλαδική συμφωνία» κράτους - ΟΕΝΓΕ πραγματική «ταφόπλακα» για την πλειοψηφία των γιατρών. Η ΠΑΣΚ στις περισσότερες περιπτώσεις συνέργησε με τους κυβερνητικούς συνδικαλιστές στην υπονόμευση των αγώνων και της αγωνιστικής διάθεσης των συναδέλφων. Είναι σαφές ότι οι συμπεριφορές αυτές δεν είναι μόνο θέμα γενικής κομματικής γραμμής. Οι παρατάξεις αυτές εκφράζουν συγκεκριμένα συμφέροντα των μεγαλογιατρών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που έχουν κάθε λόγο να στηρίζουν την συντηρητική πολιτική των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Αυτή η κατάσταση, ενός ιδιότυπου «εμφύλιου πολέμου» αποτυπώνεται πολύ καθαρά στις πρόσφατες κινητοποιήσεις στα δημόσια νοσοκομεία όλης της χώρας. Από την μία ένας - όχι ολιγάριθμος αλλά πάντως μειοψηφικός - εσμός γιατρών που εκμεταλλεύονται τόσο τον ασθενή όσο και την εργασία των υπολοίπων για να θησαυρίζουν, και ταυτόχρονα - μέσω των κομματικών οργανώσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ- ελέγχουν την ιεραρχία του συστήματος (εισηγήσεις, κρίσεις κλπ). Οι «συνάδελφοι» αυτοί πρωτοστατούν ανοικτά στην απεργοσπασία με χυδαίο και απροκάλυπτο τρόπο, και στηρίζουν τις επιλογές της συνδικαλιστικής ηγεσίας. Από την άλλη η μεγάλη πλειοψηφία των νοσοκομειακών γιατρών, ειδικευόμενοι και μαχόμενοι ειδικευμένοι, που αγωνιούν για το μέλλον της περίθαλψης, που μοχθούν μέρα νύχτα δίπλα στον ασθενή και ζουν από τον μισθό τους, και τώρα ξεσηκώνονται διεκδικώντας τα δικαιώματά τους σε σύγκρουση με την κυβερνητική πολιτική και κάθε λογής «παπαγαλάκια» της.
ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ – ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ ! ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΟΙΞΟΥΜΕ ΑΛΛΟ ΔΡΟΜΟ !

Αυτόν τον δρόμο δείχνουν οι αγώνες του τελευταίου διαστήματος, με χιλιάδες νοσοκομειακούς γιατρούς σε όλη τη χώρα να οργανώνουν μέσα από μαζικότατες γενικές συνελεύσεις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις με την νέα γενιά των ειδικευόμενων να πρωτοστατεί, με πρωτοφανείς μορφές πάλης, με ανοικτή σύγκρουση τόσο με τον κυβερνητικό αυταρχισμό όσο και μια μειοψηφία «συναδέλφων» (ακόμα και ... «συνδικαλιστών», τρομάρα τους !) που θεώρησαν ότι οι επισχέσεις εργασίας ... σαμποτάρουν τα παράνομα ιδιωτικά μαγαζιά που λειτουργούν μέσα στο ΕΣΥ. Με την αυτοοργάνωση και τον συντονισμό από τα κάτω, με τον ολοκληρωτικό παραμερισμό των γραφειοκρατικών συνδικαλιστικών ηγεσιών, με την επί της ουσίας (και όχι «τεχνητή») πολιτικοποίηση των πλαισίων αποφάσεων μέσα από την πραγματικότητα της καθημερινής εμπειρίας μέσα στα νοσοκομεία, οι κινητοποιήσεις αυτές είναι ελπιδοφόρες «σκηνές από ταινία προσεχώς», από το ίδιο το μέλλον τόσο του νοσοκομειακού κινήματος όσο και του νέου, πραγματικά δημόσιου συστήματος υγείας που απαιτούν οι ανάγκες του ελληνικού λαού.
Ιδού «πεδίο δόξας λαμπρό» για κάθε δύναμη, ομάδα, παράταξη που θέλει να λέγεται «αριστερή»! Η στήριξη (και όχι το «πατρονάρισμα») αυτής της κινητικότητας, η προσπάθεια για επέκτασή της στον ιδιωτικό τομέα, το οριστικό διαζύγιο με τον γραφειοκρατικό συνδικαλισμό...
Μέσα από την στήριξη τέτοιων διαδικασιών η Α.Ρ.Σ.Ι. θεωρεί ότι οικοδομούνται τα πραγματικά «αγωνιστικά μέτωπα». Πάντα, και πολύ περισσότερο σήμερα, καλεί όλες τις αριστερές δυνάμεις σε τέτοιου είδους αγωνιστική σύμπραξη, με εγκατάλειψη των απωθητικών τακτικών κομματικής περιχαράκωσης και «τηλεοπτικού» συνδικαλισμού.

ΑΥΤΗ Η ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΤΡΑΠΕΙ !
ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ:

1. Καθολική δημόσια υγεία. Η φιλολογία του νεοσυντηρητισμού που δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις επιδρά και σε τμήματα της αριστεράς ταυτίζει το Δημόσιο με το κρατικό ή - η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος - θεωρεί ότι διαμέσου της αγοράς και του ανταγωνισμού μπορεί να παραχθεί κοινωνικό έργο.
Για μας το Δημόσιο δεν ταυτίζεται (ίσα-ίσα πολλές φορές έρχεται σε αντίθεση) με το κράτος και την εξουσία. Η δική μας άποψη παίρνει θέση στο ζήτημα της ιδιοκτησίας (κοινωνική και όχι ιδιωτική), της δωρεάν παροχής ποιοτικών και ολοκληρωμένων υπηρεσιών υγείας σε όλους τους εργαζόμενους, της εργασιακής σχέσης των υγειονομικών (σταθερή και μόνιμη απασχόληση, άρνηση του διευθυντικού δικαιώματος, αμοιβή με μισθό κατά χρόνο και ένταση εργασίας), του κοινωνικού ελέγχου από τους πολίτες και τους εργαζόμενους υγειονομικούς στο σύστημα, της διεκδίκησης και εναντίωσης απέναντι στο αστικό κράτος.
Καθολική δημόσια υγεία σημαίνει αντιπαράθεση με τον ιδιωτικό τομέα, ένταξη όλων των δομών στο ενιαίο δημόσιο σύστημα. Σήμερα η κυρίαρχη πολιτική κάνει ακριβώς το αντίστροφο. Εντάσσει, συμπλέκει, το όποιο δημόσιο υγειονομικό και ασφαλιστικό σύστημα υπάρχει, με το ιδιωτικό και την αγορά, σε μια ενιαία επιχειρηματική πολιτική με κριτήριο την κερδοφορία, την αποδοτικότητα, τη μείωση των ελλειμμάτων, την «αυτονομία» (κλειστοί προϋπολογισμοί), την ελαστική εργασία, την αγοραία λογική στις προμήθειες και τη θεραπευτική αγωγή, τα πολλαπλά πακέτα ασφάλισης και περίθαλψης (οι «δωρεάν» υπηρεσίες σε κάποιους είναι απλώς το προκάλυμμα). Χρειάζεται άμεσα να σταματήσει η απαράδεκτη πολιτική εκχώρησης δραστηριοτήτων της δημόσιας περίθαλψης (π.χ. καρδιοχειρουργικά πακέτα, διάγνωση, επεμβατική νευροακτινολογία κλπ) σε διάφορους επιτήδειους κρατικοδίαιτους «επιχειρηματίες» του ιδιωτικού τομέα που θησαυρίζουν με τα χρήματα των ασφαλιστικών ταμείων απασχολώντας χιλιάδες γιατρούς με μεσαιωνικές συνθήκες.
Ένα τέτοιο σύστημα δεν μπορεί να προέλθει από «βελτιώσεις», «μεταρρυθμίσεις» του σημερινού Ε.Σ.Υ., αλλά μόνο σε ρήξη με το σημερινό σύστημα των εμπορευματικών σχέσεων, της μίζας, με τα «φακελάκια», την κυβερνητική εξάρτηση, και τους εκβιασμούς του κράτους και του διοικητικού μηχανισμού.

2. Ενιαίο σύστημα αποκλειστικά δημόσιας πρωτοβάθμιας και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης, όπου θα εξετάζονται ισότιμα όλοι οι άρρωστοι ανεξαρτήτως ασφάλισης, εισοδήματος ή κοινωνικής θέσης.
Ο αυτοαπασχολούμενος γιατρός να ενταχθεί σε αυτό το ενιαίο σύστημα με βάση αυστηρά καθορισμένες ανάγκες και σχεδιασμούς στην «κοινότητα». Και μόνο η οργάνωση Δημόσιου Συστήματος εξωνοσοκομειακής περίθαλψης, με γιατρούς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, πέραν του γεγονότος ότι θα δημιουργούσε αυξημένες ανάγκες για νέες ειδικότητες (γιατροί εργασίας, φυσίατροι, κλπ), θα μπορούσε να απορροφήσει 6.000 – 10.000 γιατρούς.
Διεκδικούμε συλλογικές συμβάσεις εργασίας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη (με βάση το χρόνο, την υπερωρία, την ένταση εργασίας) με το υπουργείο Υγείας και όχι με τα ταμεία, κατ’ άτομο και πράξη, όπως ζητάνε οι Ιατρικοί Σύλλογοι και η Νέα Δημοκρατία. Η «αμοιβή κατά πράξη» συμφέρει μόνο τους μεγαλογιατρούς των «πολλών πράξεων» και της ακόμα μεγαλύτερης πελατείας. Εμπορευματοποιεί την ιατρική, διαστρέφει την επιστήμη σε διενέργεια «πράξης» και όχι θεραπείας αρρώστου, κατηγοριοποιεί τους γιατρούς, δημιουργεί τους χειρότερους όρους ανταγωνισμού στο ιατρικό σώμα, τορπιλίζει την επιστημονική συνεργασία και αλληλεγγύη. Να αναγνωριστεί η προϋπηρεσία για όλους τους συμβασιούχους γιατρούς του ΙΚΑ με πλήρη εξασφάλιση ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων για όλους. Να πληρώσει το ΙΚΑ το ποσοστό που του αναλογεί σαν εργοδότης για την ασφαλιστική κάλυψη όλων των γιατρών από την ημερομηνία πρόσληψης. Να προκηρυχτούν άμεσα όλες οι κενές οργανικές θέσεις του ιδρύματος και να καλυφθούν από τους ήδη υπηρετούντες με βασικό κριτήριο τον χρόνο προϋπηρεσίας.

3. Ενιαίες συλλογικές συμβάσεις για τους μισθωτούς γιατρούς σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα (ωράριο εργασίας, μισθοί, εφημερίες, υποχρεώσεις και δικαιώματα).
-1600 ευρώ καθαρές τακτικές αποδοχές για τους ειδικευόμενους τώρα (και αντίστοιχα αναλογικά για τις άλλες βαθμίδες), όλα βασικός μισθός με ενσωμάτωση σε αυτόν των επιδομάτων. Αμοιβή της εφημερίας σαν υπερωριακή εργασία πάνω στο νέο βασικό μισθό.
-Μαζικές προσλήψεις επιμελητών και ειδικευόμενων σε οργανικές θέσεις ώστε να εφαρμοσθεί 6ωρο – 5ήμερο – 30ωρο με μία εφημερία την εβδομάδα για όλους (ετήσιος προγραμματισμός προσλήψεων με πρόβλεψη του αναγκαίου κονδυλίου στον ετήσιο προϋπολογισμό).
-Αύξηση των κονδυλίων του προϋπολογισμού για την δημόσια περίθαλψη. Αξιοποίηση του τεράστιου ποσού χρημάτων που διαφεύγει από τα ταμεία μέσω υπερτιμολογήσεων σε υλικά και φάρμακα για τη χρηματοδότηση του συστήματος υγείας και το νέο μισθολόγιο των γιατρών.
-Εξομοίωση προς τα πάνω των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, ίσες συντάξεις και εφάπαξ στους γιατρούς ανεξάρτητα από το χρόνο που ασφαλίστηκαν, στη βάση του νέου βασικού μισθού που διεκδικούμε. Κατάργηση των νόμων Σιούφα – Ρέππα - Πετραλιά. Υπολογισμός της εφημερίας στα συντάξιμα χρόνια – για όσους έχουν εργαστεί ήδη 30 χρόνια, ο χρόνος αυτός να θεωρηθεί 5 χρόνια. Από δω και πέρα δικαίωμα σύνταξης από τα 55 για όσους το επιθυμούν. Αναγνώριση άμεσα του επαγγέλματος σαν βαρύ και ανθυγιεινό. Όχι στην αντιδραστική ενοποίηση των ταμείων. Κατάργηση της εργατικής εισφοράς στον κλάδο υγείας του ΤΣΑΥ. Κατάργηση της εισφοράς υπερ ΙΚΑ για τους μισθωτούς γιατρούς του ιδιωτικού τομέα και τους ειδικευόμενους. Να καλύπτει το ΤΣΑΥ όλες τις παροχές.
4. Κατάργηση του θεσμού του Διευθυντή – «αφέντη», καθώς και όλων των βαθμίδων στους γιατρούς του ΕΣΥ με πρόβλεψη για αυτόματη μισθολογική χρονοεξέλιξη. Συλλογική διεύθυνση σε κάθε τμήμα από το σύνολο των ειδικευμένων γιατρών του. Άμεσα για τους συναδέλφους άνω των 60 που συνταξιοδοτούνται τα επόμενα χρόνια, προαγωγή στον βαθμό του διευθυντή και δικαίωμα να μην εφημερεύουν άν το επιλέξουν.
5. Η πλειοψηφία των νοσοκομειακών γιατρών θέλουν να ζουν αξιοπρεπώς από το μισθό τους. ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΥΜΕ το διεφθαρμένο και εκμεταλλευτικό κομμάτι του ιατρικού σώματος, γιατί με απόλυτη συνευθύνη με το κράτος, έφεραν την δημόσια υγεία στην σημερινή της κατάσταση, τον έλληνα γιατρό στα όρια της ανέχειας, και τον κατέστησαν συνένοχο της ασύδοτης δράσης τους.

6. Η δημιουργία ενός συστήματος που θα παρέχει δωρεάν υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας σε όλους τους κατοίκους της χώρας δεν είναι υπόθεση μόνον των εργαζομένων σε αυτό. Είναι υπόθεση όλου του λαού. Άμεσα μέτρα ενίσχυσης των νοσοκομείων σε προσωπικό και υποδομές. Επέκταση της δωρεάν δημόσιας λειτουργίας των νοσοκομείων για την επαρκέστερη κάλυψη λαϊκών υγειονομικών αναγκών.

7. Για την ιατρική εκπαίδευση προτείνουμε το αυτονόητο, το οποίο σκοπίμως αγνοείται και παρασιωπάται από όλους εκείνους που έχουν συμφέρον να μετατρέψουν την συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση σε πρόχειρη κατάρτιση, εξαρτημένη και κατευθυνόμενη από διάφορες φαρμακευτικές εταιρείες, των οποίων οι ίδιοι θα αποτελούν παχυλά αμειβόμενους πράκτορες – πλασιέ.
Η πρότασή μας ουσιαστικά επαναλαμβάνει και ενεργοποιεί τις θεσμικές προβλέψεις του ιδρυτικού νόμου του ΕΣΥ, και συγκεκριμένα υλοποιείται άμεσα ως εξής :
Τα νοσοκομεία του ΕΣΥ γίνονται τα κέντρα Εκπαίδευσης Μετεκπαίδευσης και Έρευνας όλων των Ιατρών και των Συναφών υγειονομικών επαγγελματιών της περιοχής κάλυψης του κάθε νοσοκομείου. Οι Επιστημονικές Επιτροπές των νοσοκομείων του ΕΣΥ πρέπει να μετατραπούν σε εκλεγμένες Νοσοκομειακές Επιτροπές Εκπαίδευσης σε κάθε Νοσοκομείο, οι οποίες θα πλαισιώνονται και από εκλεγμένους εκπροσώπους των άλλων Υγειονομικών της περιοχής τους, και θα είναι υπεύθυνες για την εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων Εκπαίδευσης Μετεκπαίδευσης και Έρευνας. Τέλος, η ουσιαστική συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση δεν θα μπορέσει ποτέ να πραγματωθεί εάν δεν αναγνωριστεί επίσημα το εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο των γιατρών του ΕΣΥ, όπως έχει γίνει και με τους πανεπιστημιακούς γιατρούς, και εάν δεν αμείβεται με την χορήγηση εκπαιδευτικού/ερευνητικού επιδόματος ανάλογου ύψους.

8. Η πρόταση Αβραμόπουλου για την «κλαδική συμφωνία» των νοσοκομειακών κινείται στη λογική: Εργασιακή ειρήνη με πάγωμα των μισθών συν επίδομα εφημέρευσης, προσφέροντας σαν αντάλλαγμα ένα «πολυδιευθυντικό» σύστημα επινόησης Λαοπόδη – Τσούκαλου, στο οποίο οι νέοι «διευθυντές» θα εφημερεύουν όπως ακριβώς κάνουν και σήμερα σαν αναπληρωτές, και θα συνεχίσουν να έχουν πάνω από το κεφάλι τους τον ίδιο αρχιδιευθυντή – δερβέναγα που έχουν και σήμερα. Μάλιστα, επαναφέρεται το «παγωμένο» από χρόνια μέτρο εισαγωγής γιατρών «καταξιωμένων» από το εξωτερικό, με απευθείας διορισμό χωρίς κρίση. Κατά τα λοιπά το πρωινό ωράριο προτείνεται να γίνει 7ωρο, η εφημερία 17ωρη (με την ιλιγγιώδη αύξηση της τάξης των 30 ευρώ μηνιαίως που αυτό συνεπάγεται), ενώ διευκρινίζεται πως το επίδομα εφημέρευσης θα δίδεται κατά βαθμό. Επαναλαμβάνει ότι «από 1/1/09 όσοι γιατροί χρειάζεται να εφημερεύουν πέραν των 4 ή 6 εφημεριών θα τις πληρώνονται επιπλέον των τακτικών αποδοχών» χωρίς όμως να διευκρινίζει από πού θα προέλθουν αυτά τα χρήματα τη στιγμή που τα κονδύλια των εφημεριών θα έχουν πλέον ενσωματωθεί στις τακτικές αποδοχές. Ακρογωνιαίος λίθος της πρότασης είναι η συλλογική αποδοχή από τους νοσοκομειακούς γιατρούς ότι οι ίδιοι παίρνουν την ευθύνη για την υπερκόπωση που προκύπτει από τα εξοντωτικά τους ωράρια, απαλάσσοντας από κάθε ευθύνη την κυβέρνηση ! Στη λήψη αυτού του απαράδεκτου μέτρου πιέζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όλες τις κυβερνήσεις των χωρών – μελών, θέλοντας έτσι να παρακάμψει «επί το αντιδραστικότερον» ακόμα και την ίδια την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Στο αίτημα των νοσοκομειακών γιατρών για νέο ιατρικό μισθολόγιο, μείωση του χρόνου εργασίας, προσλήψεις για πλήρη ανάπτυξη και στελέχωση του ΕΣΥ και αναβάθμιση της ιατρικής εκπαίδευσης, η απάντηση του υπουργείου είναι πάγωμα ή και μείωση των αποδοχών, διαιώνιση τόσο της υπερεργασίας όσο και του αυτοσχεδιασμού στην ιατρική εκπαίδευση, «προσλήψεις» που «ΘΑ» γίνουν χωρίς αύξηση των δαπανών για την υγεία. Είναι η εισαγωγή θεσμών ελαστικής ιατρικής εργασίας σύμφωνα με τις επιταγές του «διευθυντηρίου» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ο απαράδεκτος θεσμός του «επικουρικού γιατρού» που επεκτείνεται διαρκώς (πρόσφατα κατατέθηκε τροπολογία από τον κ. Αβραμόπουλο που επαναφέρει την δυνατότητα εξ’ αρχής διορισμών επικουρικών σε Αθήνα – Θεσσαλονίκη!).

Η Α.Ρ.Σ.Ι. καλεί τους γιατρούς να πρωτοστατήσουν στην αναδόμηση του συνδικαλιστικού κινήματος με αποφασιστικές εξουσίες στις διαδικασίες βάσης (γενικές συνελεύσεις), με πραγματικούς δυναμικούς διεκδικητικούς αγώνες και όχι με καταγέλαστες «επετειακές» ψευτοαπεργίες. Με ιδιαίτερες πρωτοβουλίες οργάνωσης και συντονισμού δράσης των ειδικευόμενων γιατρών για τα καυτά θέματα της επαγγελματικής και επιστημονικής τους προοπτικής.

Η εμπειρία των τελευταίων ετών σε πολλά νοσοκομεία αλλά και σε επίπεδο Αθήνας – Πειραιά (απεργίες 1996, 2003, 2008) έχει δείξει ότι αυτός είναι ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος που μπορεί να φοβίζει τις κυβερνήσεις και να αποσπά κατακτήσεις.

Αγωνιζόμαστε για πανυγειονομικό μέτωπο συντονισμού και αλληλεγγύης. Για μας η υγεία είναι πριν από όλα κοινωνική υπόθεση και γι’ αυτό μαζί με τους πολίτες και το λαό δίνουμε μάχη για την υπεράσπιση και ανάπτυξή της.

Η ΑΡΣΙ θα παραμείνει σταθερά στρατευμένη στο χώρο της ριζοσπαστικής δράσης. Είναι μία πολυτασική συλλογικότητα, με αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά, που παλεύει για την ταξική αναγέννηση του κινήματος. Απευθύνει ενωτική πρόταση στον κόσμο του αγώνα και της ανεξαρτησίας. Για να συμβάλουμε όλοι μαζί στην αλλαγή των συσχετισμών με ένα συνολικό κοινωνικοπολιτικό κίνημα αντίστασης και ανατροπής της πολιτικής της κυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του μεγάλου κεφαλαίου, που θα μπορέσει να αποκρούσει μέτρα, να σπάσει πυλώνες της αστικής επίθεσης, να πετύχει υλικές κατακτήσεις υπέρ των εργαζομένων.

ΣΤΙΣ 1 ΚΑΙ 2 ΙΟΥΝΗ
· ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΨΗΦΟ ΜΑΣ ΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ.
· ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΤΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ
-ΓΙΑ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ, ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ
-ΓΙΑ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ ΜΙΣΘΟΥΣ, ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
-ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΣΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ
ΑΡΣΙ

ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ :

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που ταλανίζουν το ΕΣΥ είναι η διευθυντική αυθαιρεσία, την οποία βιώνουν καθημερινά πολλά τμήματα. Μια μειοψηφία (αλλά όχι και τόσο ολιγάριθμη) διευθυντών λειτουργούν σαν «απολυταρχικοί αφέντες» έχοντας μετατρέψει τις κλινικές τους σε ιδιωτικά μαγαζιά τύπου “one man show” παραβιάζοντας διαρκώς τα δικαιώματα τόσο των υφισταμένων τους ιατρών όσο και των ασθενών. Η απόλυτη εξουσία που μπορεί κάποιος διευθυντής να ασκεί εκμεταλλευόμενος τόσο τους δαίδαλους της νομοθεσίας όσο και τις προσωπικές του διασυνδέσεις (άς μην ξεχνάμε άλλωστε με ποιά ... «κριτήρια αξιοκρατίας», πράσινα ή γαλάζια ανάλογα με την περίοδο γίνονται οι κρίσεις των διευθυντών) δίνει σε κάποιους «συναδέλφους» την δυνατότητα να θησαυρίζουν, και μάλιστα συμπεριφερόμενοι με απαράδεκτο τρόπο στους επιμελητές και τους ειδικευόμενους της κλινικής τους. Μάλιστα συχνά την τακτική αθυή ακολουθούν διευθυντές υποδεέστεροι επιστημονικά σε σχέση με τους επιμελητές τους, που προσπαθούν να επιβληθούν διοκητικά αφού δεν μπορούν να επιβληθούν επιστημονικά. Ακραίο παράδειγμα τέτοιων συμπεριφορών είναι ορισμένες πανεπιστημιακές κλινικές, στις οποίες οι επιμελητές του ΕΣΥ θεωρούνται «παιδιά ενός κατώτερου θεού». Βέβαια, όσο και άν δυστυχώς πολλαπλασιάζονται τέτοια φαινόμενα, είναι προς τιμήν των γιατρών του ΕΣΥ ότι -ακόμα τουλάχιστον- η πλειοψηφία των διευθυντών παθολογικών, χειρουργικών και εργαστηριακών τμημάτων λειτουργούν δημοκρατικά και με αξιοπρέπεια. Οι «κακοί» διευθυντές είναι σε κάθε νοσοκομείο συγκεκριμένοι, γνωστοί και «δακτυλοδεικτούμενοι». Το περίεργο είναι ότι παρ’ όλα αυτά όχι μόνο παραμένουν ανενόχλητοι, αλλά είτε με καθεστώς ΠΑΣΟΚ είτε με καθεστώς ΝΔ αρκετοί από αυτούς «επιβραβεύονται» κιόλας με την «προώθησή» τους σε διάφορες επιτροπές, συμβούλια και διοικητικές θέσεις επηρρεάζοντας έτσι αρνητικά όλην τη λειτουργία του συστήματος.

Η ΑΡΣΙ επιμένει ότι το μοναδικό δραστικό «φάρμακο» για την κατάσταση αυτή είναι η θεσμική κατάργηση του ίδιου του θεσμού του «Διευθυντή» με την σημερινή του έννοια. Καθώς το κακό έχει παραγίνει, χρειάζεται η επείγουσα νομοθέτηση απλών μέτρων.

- Η διοίκηση του τμήματος θα πρέπει να ασκείται όχι από ένα πρόσωπο, αλλά από το συμβούλιο του τμήματος στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι ειδικοί γιατροί με αποφασιστική ψήφο και οι ειδικευόμενοι με συμβουλευτική ψήφο.
- Το συμβούλιο πρέπει να συνεδριάζει τακτικά (π.χ. κάθε εβδομάδα) και να αποφασίζει για όλα τα σημαντικά θέματα (ιατρικές αποφάσεις, καταμερισμό καθηκόντων, προγράμματα ιατρείων-χειρουργείων-εφημεριών κλπ).
- Ο «διευθυντής-συντονιστής» πρέπει να εκλέγεται από το συμβούλιο, να έχει θητεία ορισμένης διάρκειας (π.χ. 2 χρόνια) και οι αρμοδιότητές του να περιορίζονται στα ακόλουθα : να προεδρεύει στο συμβούλιο του τμήματος, να συντονίζει μεριμνώντας για την εφαρμογή των αποφάσεων του συμβουλίου και να έχει την ευθύνη του ελέγχου της εκπαίδευσης των ειδικευομένων και γενικά της συνεχιζόμενης ιατρικής εκπαίδευσης.

Τα παραπάνω ούτε «επαναστατικά» ούτε «ανέφικτα» είναι, αφού έτσι λειτουργούν από χρόνια εθνικά συστήματα υγείας τα οποία ζηλεύουμε για το επίπεδό τους και τρέχουμε εκεί για να μετεκπαιδευτούμε, όπως το σύστημα της Μ. Βρεττανίας. Άλλωστε, και εδώ πολλά τμήματα –που έχουν την τύχη να έχουν διευθυντές επιπέδου- κάπως έτσι λειτουργούν από μόνα τους, εκτός φυσικά από την «εναλλαγή» στην διευθυντική θέση, και μάλιστα λειτουργούν πολύ καλά.

Τεράστιο πρόβλημα επίσης εξακολουθεί να αποτελεί το αντιδημοκρατικό και γραφειοκρατικό αλαλούμ βαθμίδων μέσα στο ΕΣΥ. Η μοναδική μισθολογική αναβάθμιση γίνεται στην ... «μετάβαση» από την βαθμίδα του Β΄σε αυτήν του Α΄. Οι Αναπληρωτές εξαναγκάζονται να εφημερεύουν ως τα 65 τους. Ο απαράδεκτος θεσμός των «επικουρικών» διατηρείται και επεκτείνεται, έχει δε εξελιχθεί σε αισχρό ρουσφετολογικό μηχανισμό. Σε συνδυασμό δε με το πρόβλημα της αχαλίνωτης διευθυντικής αυθαιρεσίας που αναφέραμε προηγουμένως, αυτή η «χωλή» εξέλιξη κάνει τις συνθήκες ασφυκτικές για πολλούς συναδέλφους αφού άν κοντράρεις τον διευθυντή σου αυτός μπορεί να σε στέλνει «μόνιμη εξορία» στα τακτικά ιατρεία, να σε βάζει να εφημερεύεις συνέχεια Σαββατοκύριακα και αργίες ή να σε σβήνει από τα προγράμματα χειρουργείων άσχετα άν είσαι 55, 60 ή 65 χρονών και έχεις εμπειρία μεγαλύτερη από τον ίδιο τον διευθυντή. Και αυτό το αίσχος έχει παραγίνει, γι’αυτό χρειάζεται να νομοθετηθούν άμεσα μέτρα τα οποία είναι σε γνώση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου σαν αιτήματα των τελευταίων Γενικών Συνελεύσεων της ΕΙΝΑΠ και του Συνεδρίου της ΟΕΝΓΕ :

- αποδέσμευση βαθμού – μισθού, αυτόματη και διαρκής μισθολογική εξέλιξη με τον χρόνο προϋπηρεσίας.
- βιολογικό – ηλικιακό όριο στην υποχρέωση εφημερίας (π.χ. τα 60 έτη άμεσα, με προοπτική παραπέρα μείωσης) σε συνδυασμό με προσλήψεις νέων Επιμελητών σε οργανικές θέσεις.
- συνταξιοδότηση με το βαθμό του διευθυντή –όπως αυτός είναι σήμερα- για όλους τους γιατρούς του ΕΣΥ.
- αναγνώριση του παρελθόντος εφημεριακού χρόνου σαν συντάξιμου για όσους το επιθυμούν.
- ανθρώπινα ποσά συντάξεων και εφ’άπαξ, με κατάργηση των αντιασφαλιστικών νομοθετικών «τερατουργημάτων» Πετραλιά – Ρέππα – Σιούφα.

Εδώ και 3 χρόνια –από τότε που ανέλαβε καθήκοντα ο σημερινός υπουργός κ. Αβραμόπουλος- από την μία δεν γίνεται απολύτως τίποτα θετικό και ουσιαστικό (για παράδειγμα τουλάχιστον τα μέτρα δημοκρατικής λειτουργίας που περιγράφτηκαν στην πρώτη παράγραφο θα μπορούσαν να έχουν θεσμοθετηθεί χωρίς κανένα κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό – αυτό το αναφέρουμε γιατί ένα από τα αγαπημένα επιχειρήματα του Αβραμόπουλου είναι «εγώ θέλω, αλλά δεν με αφήνει ο Αλογοσκούφης»). Από την άλλη, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου έχει εξαπολύσει μια απίστευτη «διπλωματική» εκστρατεία παραπλάνησης και ασύστολης ψευδολογίας που θα την ζήλευε ακόμα και ο ... Μέττερνιχ της Αυστροουγγαρίας. «Βομβαρδίζει» διαρκώς τα συνδικαλιστικά όργανα με «επιστολές-προτάσεις» στις οποίες ισχυρίζεται ότι θα πάρει μέτρα για την εξέλιξη και την δημοκρατική λειτουργία του ΕΣΥ άν βέβαια δεχτούμε να υπογράψουμε μία σύμβαση με αποικιοκρατικούς όρους αποδεχόμενοι την μισθολογική μας καθήλωση και την άνευ όρων υπερεργασία, με κατάργηση μάλιστα της αναγνώρισης της υπερωριακής μας εργασίας σαν τέτοιας.

Η ουσία είναι ότι ακόμα και τα ... «θετικά» που προτείνει στα λεγόμενα «10 σημεία του πολυδιευθυντικού» μόνο θετικά δεν είναι :
- Η διευθυντική αυθαιρεσία διατηρείται σε όλο της το μεγαλείο. Τα καθήκοντα – προνόμια των «αρχιδιευθυντών» (άσχετα με τον τρόπο που αυτοί θα διορίζονται) παραμένουν ακριβώς ως έχουν σήμερα.
- Καμία ουσιαστική βελτίωση δεν υπάρχει στην εξέλιξη όσον αφορά τις συνθήκες και τον χρόνο εργασίας. Οι γιατροί του ΕΣΥ (εκτός από τους «αρχιδιευθυντές») θα εξακολουθούν αγόγγυστα να εφημερεύουν νυχθημερόν μέχρι τη σύνταξη (ή μέχρι τον τάφο – υπάρχουν ανατριχιαστικά στατιστικά στοιχεία για τον μέσο όρο ζωής των νοσοκομειακών γιατρών στην Ελλάδα).
- Η μισθολογική «αναβάθμιση» αυτών που θα πάρουν τον «τιμητικό τίτλο» του «διευθυντή» (δηλαδή κάποιων από τους σημερινούς Αναπληρωτές) θα είναι ευτελής (αποδοχές των σημερινών διευθυντών Γ΄ζώνης στην καλύτερη περίπτωση) και με αναξιοπρεπείς όρους, καθώς αφού δεν θα υπάρχει καμία σχετική πρόβλεψη στον προύπολογισμό ομολογείται σαφώς ότι τα λεφτά αυτά θα «κλαπούν» από τα μισθολογικά και εφημεριακά κονδύλια των ειδικευόμενων και των γιατρών της επαρχίας.
- Είναι επίσης σαφές ότι η «εξέλιξη» αυτή δεν αφορά το σύνολο των Αναπληρωτών, αλλά «λίγους και εκλεκτούς». Απόδειξη είναι ότι οι εμπνευστές της πρότασης δεν λένε π.χ. την απλή κουβέντα «καταργείται η βαθμίδα του Αναπληρωτή, όλοι παίρνουν τον τίτλο του Διευθυντή» (αφού ούτως ή άλλως οργανική βαθμίδα Αναπληρωτή δεν υπάρχει, οι οργανικές βαθμίδες είναι Β΄, Α΄, και Διευθυντής). Παραπέρα, άν ήθελαν απλώς να διατηρήσουν τον τίτλο του Αναπληρωτή σαν ενδιάμεση μεταβατική βαθμίδα, θα μπορούσαν να πούν μια άλλη απλή κουβέντα όπως π.χ. «η εξέλιξη από Αναπληρωτή σε Διευθυντή θα γίνεται με παρόμοιο τρόπο όπως γίνεται σήμερα η εξέλιξη από Α΄ σε Αναπληρωτή». Αντί γι’ αυτό αναφέρεται σαφώς ότι η ατομική εξέλιξη από Αναπληρωτή σε Διευθυντή θα αφορά τους «άξιους, ικανούς και επαρκείς» γιατρούς χωρίς καμία σαφή πρόβλεψη για το ποιός ή ποιοί θα κρίνουν αυτήν την ... «επάρκεια».
- Η αλλαγή στον τρόπο επιλογής του «αρχιδιευθυντή» κάθε τμήματος μόνο «επί το θετικότερον» δεν είναι. Συγκεκριμένα, μόλις συνταξιοδοτηθεί ο σημερινός (οργανικός) Διευθυντής προβλέπεται ότι η θέση δεν θα προκυρήσσεται, αλλά θα διορίζεται σαν «αρχιδιευθυντής – συντονιστής» ένας εκ των εν τω μεταξύ εχόντων εξελιχθεί ατομικά σε τίτλο «διευθυντή» ιατρός του τμήματος. Δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόβλεψη για το ποιός και με ποιά διαδικασία θα τον επιλέγει. Άν η επιλογή γίνεται όπως γίνεται σήμερα η επιλογή π.χ. των Διευθυντών Τομέων και των Διευθυντών Ιατρικής Υπηρεσίας (δηλαδή από τον εκάστοτε Διοικητή του νοσοκομειου), αυτή η διαδικασία είναι λιγότερο διαφανής και δημοκρατική ακόμα και από τη σημερινή (ΣΚΕΥΟΠΝΙ Διευθυντών) άσχετα με το άν δικαίωμα υποψηφιότητας θα έχουν μόνο γιατροί μέσα από το ίδιο το τμήμα.

Το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω είναι ότι προβλέπεται απλά ένας «ξερός τίτλος» διευθυντή για κάποιους από τους σημερινούς Αναπληρωτές, επιλεγμένους με ασαφείς διαδικασίες, χωρίς ουσιαστικό αντίκρυσμα στις συνθήκες εργασίας τους. Η «αρχιδιευθυντική αυθαιρεσία – μονοπρόσωπη απολυταρχική διοίκηση» σε κάθε τμήμα διατηρείται ως έχει. Καμία βελτίωση δεν προβλέπεται στον «παρασκηνιακό» τρόπο επιλογής αυτής της μονοπρόσωπης διοίκησης.

Είναι γνωστό ότι ο πρόεδρος της ΟΕΝΓΕ Σ. Τσούκαλος και η ηγεσία της ΔΗΚΝΙ συμφωνούν με τα παραπάνω εδώ και καιρό, ενώ ο αντιπρόεδρος της ΟΕΝΓΕ Β. Λαοπόδης και μέρος της ΠΑΣΚ «μισοσυμφωνούν» και μάλιστα έχουν εγκλωβίσει την ομοσπονδία σε έναν ατέρμονα «διάλογο» με το υπουργείο για τα παραπάνω, μην αφήνοντάς την να αναπτύξει καμία διεκδικητική δράση για τους εξευτελιστικούς μισθούς μας, τα εξοντωτικά μας ωράρια, τις συνθήκες άσκησης της ιατρικής, την επαγγελματική προοπτική των νεότερων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και τώρα που στην πλειοψηφία των νοσοκομείων της χώρας οι γιατροί ξεσηκώθηκαν από μόνοι τους για να πληρωθούν τα καθυστερούμενα των εφημεριών, το προεδρείο της ΟΕΝΓΕ «έλαμψε διά της απουσίας του». Εδώ προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα :
Αυτοί οι συνάδελφοι από την ΔΗΚΝΙ και την ΠΑΣΚ που θεωρούν ότι η «πρόταση Αβραμόπουλου» είναι θετική και εμείς όλοι οι άλλοι είμαστε κακοπροαίρετοι, γιατί δεν την υπογράφουν να τελειώνουμε ? Ούτως ή άλλως την αναγκαία πλειοψηφία στο Γενικό Συμβούλιο της ΟΕΝΓΕ την έχουν. Μήπως έχουν καταλάβει ότι «κάποιο λάκκο έχει η φάβα» και φοβούνται ότι σε λίγους μήνες οι νοσοκομειακοί γιατροί θα τους παίρνουν με τις πέτρες ?
Η «πρόταση» έχει απορριφθεί σχεδόν από όλες τις νοσοκομειακές συνελεύσεις Αθήνας – Πειραιά και συνελεύσεις ενώσεων στην υπόλοιπη χώρα. Ο Τσούκαλος και οι περί αυτόν ισχυρίζονται ότι οι συνελεύσεις αυτές δεν είναι αντιπροσωπευτικές, αλλά «συναθροίσεις αριστεριστών» (!!!) (Αξιοθαύμαστο το πόσες χιλιάδες αριστεριστές νοσοκομειακοί γιατροί υπάρχουν στην Ελλάδα.) Μάλιστα... Τότε γιατί δεν τίθεται η «πρόταση» στην κρίση των νοσοκομειακών γιατρών π.χ. με πανελλαδικό δημοψήφισμα (ναι ή όχι) οργανωμένο από την ΟΕΝΓΕ ?
Η συνδικαλιστική ηγεσία της ΔΗΚΝΙ διατείνεται ότι το «σχέδιο πολυδιευθυντικού Αβραμόπουλου – Τσούκαλου» είναι πανάκεια. Από την άλλη όμως τα ίδια τα μέλη της ηγεσίας αυτής σπεύδουν σήμερα να «καταλάβουν» Διευθυντικές θέσεις όσο προλαβαίνουν ! (Άς μην το αρνηθούν, η Θεσσαλονίκη έχει ήδη «βουίξει» και αρχίζει να «βουίζει» και η Αθήνα, ο νοών νοείτο). Αφού το ... «πολυδιευθυντικό» σας είναι τόσο καλό συνάδελφοι της ΔΗΚΝΙ, γιατί βιάζεστε τόσο πολύ να γίνετε τάκα – τάκα Διευθυντές σήμερα, με τον παλιό νόμο, πριν ακόμα εφαρμοστεί το σχέδιό σας ?

Τα ερωτήματα αυτά είναι μόνο λίγα από τα πολλά που θέτουν χιλιάδες νοσοκομειακοί γιατροί σε όλη τη χώρα, από αυτούς που έχουν αξιοπρέπεια, θέλουν να ζουν από το μισθό τους, αγωνιούν για το μέλλον της δημόσιας περίθαλψης και τώρα βγαίνουν δυναμικά στο προσκήνιο διεκδικώντας τα αυτονόητα δικαιώματά τους και παραμερίζοντας γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες.




Απρίλιος 2008


ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΙΑΤΡΩΝ (Α. Ρ. Σ. Ι.)